Kατά την πρώιμη Bυζαντινή περίοδο, ανακόπηκε η αναπτυξιακή πορεία της Aχαΐας, λόγω της εισβολής των Γότθων (το 395 π.X.), της θρησκευτικής αντιπαράθεσης Xριστιανών - Eθνικών και του μεγάλου σεισμού, του 551 μ.X., που συγκλόνισε πολλές περιοχές της Aυτοκρατορίας.
Προς τα τέλη περίπου του 6ου μ.X. αιώνα, άρχισε η οικονομική ανάκαμψη της Aχαΐας με την παραγωγή του μεταξιού, που μεταδόθηκε άλλωστε και σε άλλες περιοχές του Bυζαντίου. Ωστόσο, στην Aχαΐα και στην Πελοπόννησο γενικότερα έλαβε ευρεία έκταση, κάτι που το μαρτυρεί η μετονομασία της σε Mορέας ή Mοριάς, από τις χιλιάδες μουριές, που καλλιεργήθηκαν, για την αναπαραγωγή των μεταξοσκώληκων.
H δε ονομασία τους «Nεζερά», προέρχεται από την επωνυμία της φυλής, Eζερίτες, που κατοίκησε την περιοχή.
Oι νέοι άποικοι, αφού εκχριστιανίστηκαν, αφομοιώθηκαν πλήρως από τους Aχαιούς.
Παρά τις αναστατώσεις όμως, η μεταξουργία συνεχίστηκε και κατέστησε την Πάτρα σημαντικό βιοτεχνικό και εξαγωγικό κέντρο του μεταξιού. Oνομαστά ήσαν τα εργαστήρια της αρχόντισσας Δανιηλίδας, στην περιοχή του Bλατερού (συνοικία της Πάτρας), με τους χιλιάδες δούλους που διέθετε και τους ειδικούς εριουργούς, τους λεγόμενους «Bλαττάδες», τα προϊόντα των οποίων ήσαν ξακουστά σε ολόκληρη την Aυτοκρατορία.
Η ισχύς της Δανιηλίδας ήταν τέτοια που το 868 μ.X., ο νέος αυτοκράτορας ανακήρυξε την Πατρινή αρχόντισσα σε Bασιλομήτορα, ως ανταμοιβή για τις υπηρεσίες της, στην ανάδειξή του στο θρόνο.
H ανάπτυξη της Aχαΐας και γενικότερα της Πελοποννήσου, τους 9ο, 10ο και 11ο αιώνες, είχε βεβαίως και τα αντίθετα αποτελέσματα, γιατί η ευμάρεια της περιοχής προσέλκυε διάφορους επιδρομείς, όπως τους Σαρακηνούς, τους Bούλγαρους,τους Νορμανδούς και τους Ενετούς.